Του Χάρη Φλουδόπουλου Ποια είναι πραγματικά η κατάσταση του ηλεκτρικού συστήματος και ποιες είναι οι προοπτικές για το μέλλον. Όσοι ασχολούνται με την αγοράαγορά της ενέργειας γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός δεν μπορεί να γίνεται σε ετήσια βάση, αλλά αντίθετα είναι αναγκαίο να γίνονται προβολές και προβλέψεις σε τρία επίπεδα, βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και σε πιο μακρύ ορίζοντα. Υπό την έννοια αυτή, η επάρκεια ηλεκτρικής ενέργειας που υπάρχει σήμερασήμερα και εν πολλοίς αποδίδεται τόσο στην πτώση της ζήτησης όσο και στις προσθήκες νέων μονάδων κυρίως με καύσιμο φυσικό αέριο και ΑΠΕ, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να δημιουργεί εφησυχασμό. Αντίθετα πρέπει να υπάρχει εκείνος ο κατάλληλος σχεδιασμός που θα επιτρέπει ευελιξία αλλά και κατάλληλη προετοιμασία, ώστε με τις απαραίτητες προσαρμογές να μην προκληθούν προβλήματα επάρκειας. Στο πλαίσιο αυτό ήδη δύο εκθέσεις, αυτή του Ευρωπαίου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ENTSO –E) όσο και του ΑΔΜΗΕ παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον υπό την έννοια, ότι αποδεικνύουν πως πράγματι πρέπει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα να υπάρχει επαγρύπνηση και προετοιμασία. Αυτό δε σημαίνει βεβαίως ότι πιθανό πρόβλημα είναι άμεσο και μη αντιμετωπίσιμο, αλλά ότι πρέπει να μην αντιμετωπίζουμε τον ενεργειακό προγραμματισμό της χώρας με την υπόθεση ότι η κρίση και η συρρίκνωση της κατανάλωσης θα διαρκέσουν για πάντα. ENTSO-E Πράγματι ο Ευρωπαίος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ENTSO–E) στην ετήσια έκθεσή του για την επάρκεια ισχύος στις Ευρωπαϊκές χώρες που αποκάλυψε το Capital.gr αναφέρει ότι στην Ελλάδα η επάρκεια ισχύος θα είναι αρνητική από το 2016 και μετά. Αποκαλύπτεται επίσης πως μέχρι τότε δεν υπάρχει υπέρ – επάρκεια. Για την ακρίβεια το 2013 η επάρκεια ισχύος είναι λίγο παραπάνω από 1 Γιγαβάτ, ενώ μέχρι το 2015 θα μειώνεται περαιτέρω, ώσπου τότε θα είναι μηδέν. Από το 2015 μέχρι και το 2020 η χώρα μας γίνεται ελλειμματική και σύμφωνα με τον ENTSO – E η επάρκεια ισχύος θα είναι στο -1 Γιγαβάτ. Πηγή: ENTSO-E σελ. 77. Στο γράφημα της μελέτης του ENTSO-E αποτυπώνεται με την κόκκινη και μπλε γραμμή, για τα δύο βασικά σενάρια, η πορεία της επάρκειας ισχύος στη χώρα μας. Όπως φαίνεται μετά το 2016 βαίνει ελλειμματική. Με πιο απλά λόγια για να καλυφθούν οι ανάγκες της ζήτησης και στις δυσκολότερες στιγμές θα έπρεπε να βασιστούμε σε εισαγωγές ρεύματος (η δυνατότητα για τις οποίες όμως είναι ακόμα περιορισμένη λόγω των περιορισμένων ηλεκτρικών διασυνδέσεων της Ελλάδας και αβέβαιη πολλές φορές λόγω των περικοπών στην μεταφορική ικανότητα των διασυνδέσεων που κάνουν οι Διαχειριστές Συστήματος των γειτονικών κρατών) είτε σε ελεγχόμενες διακοπές ηλεκτροδότησης. Πάντως, ο κίνδυνος από την ελλειμματική επάρκεια ισχύος είναι ορατός από το 2016 και μετά. Η αναγκαιότητα των μονάδων φυσικού αερίου, και ιδιαίτερα των πιο σύγχρονων και αποδοτικών από αυτές, είναι φανερή άλλωστε και από τις εκθέσεις του ENTSO-E αλλά και του ΑΔΜΗΕ.. Στα αποτελέσματα των σεναρίων που κάνει για το 2013 και το 2020 μιλά για την ανάγκη εισαγωγών ρεύματος από το 2016 και μετά, όπως φυσικά και ο Ευρωπαίος Διαχειριστής (ENTSO-E). Μάλιστα ο ENTSO-E εντοπίζει το πρόβλημα στην ανυπαρξία επενδύσεων σε θερμικές μονάδες. Οι τελευταίες που έγιναν άλλωστε σε καθεστώς ιδιαίτερα αντίξοο για αυτές ήταν εκείνες των ανεξάρτητων παραγωγών την τελευταία πενταετία. Μελέτη Επάρκειας Ισχύος ΑΔΜΗΕ Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Μελέτη Επάρκειας του ΑΔΜΗΕ (2013-2020). Σύμφωνα με τα σενάρια που έχει καταρτίσει ο ΑΔΜΗΕ η αιχμή του συστήματος τα επόμενα χρόνια θα εμφανίζεται κατά τις βραδινές ώρες της θερινής και χειμερινής περιόδου, κατά τις οποίες δεν προβλέπεται συμβολή των φωτοβολταϊκών μονάδων. Επίσης θα πρέπει, να ληφθεί υπόψη το πρόγραμμα απόσυρσης μονάδων της ΔΕΗ μέχρι το 2020 συνολικής ισχύος 1.755 Μεγαβάτ, το γεγονός ότι το 2016 πιθανόν θα επισπευσθεί και η απόσυρση της «Πτολεμαΐδας 4» (275 Μεγαβάτ) καθώς και η ένταξη μετά το 2016 στο καθεστώς περιορισμένης διάρκειας λειτουργίας των μονάδων «Καρδιά 1 – 4» και «Αμύνταιο 1 και 2», όπως βέβαια και το πρόγραμμα ένταξης νέων μονάδων 2.250 Μεγαβάτ, τότε τα αποτελέσματα είναι: Το 2016, δηλαδή σε δύο χρόνια, η επάρκεια ισχύος, σύμφωνα με το βασικό σενάριο θα είναι ελλειμματική κατά 250 και 340 Μεγαβάτ τις βραδινές ώρες της χειμώνα και του καλοκαιριού με την υψηλότερη ζήτηση να κυμαίνεται γύρω στα 8 με 9,5 Γιγαβάτ. Τις πρωινές ώρες του καλοκαιριού τα πράγματα θα είναι οριακά με την επάρκεια μόλις στα 760 Μεγαβάτ, όταν η ζήτηση θα είναι στα 9,2 με 10,3 Γιγαβάτ. Άλλωστε η ίδια η μελέτη επάρκειας του ΑΔΜΗΕ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όπως είναι αναμενόμενο, η επιπλέον απόσυρση μονάδας κατά το 2016 χειροτερεύει τους δείκτες επάρκειας. Ειδικότερα, η απόσυρση της μονάδας Πτολεμαΐδας 4 κατά το 2016 έχει ως αποτέλεσμα ο δείκτης RC-ARM να γίνει αρνητικός και κατά το χειμερινό σημείο αναφοράς, καθιστώντας αναγκαία την εισαγωγή ενέργειας για την κάλυψη και των χειμερινών αιχμών ή ακραίων συνθηκών». Μία ανάλογη εικόνα επικρατεί και για το 2017. Το 2020, η κατάσταση χειροτερεύει με το έλλειμμα επάρκειας ισχύος να αγγίζει τα 2 Γιγαβάτ τις βραδινές ώρες του χειμώνα και του καλοκαιριού και τις πρωινές ώρες του καλοκαιριού να κινείται σε αρνητικά επίπεδα στα 380 Μεγαβάτ. Με πιο απλά λόγια ούτε εισαγωγές δεν είναι εφικτές στα προαναφερόμενα επίπεδα με δεδομένη την περιορισμένη δυνατότητα των εισαγωγών από τις υπάρχουσες διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες. Δηλαδή ακόμη κι αν τα βρίσκαμε στα 2 Γιγαβάτ δεν θα μπορούσαμε να τα φέρουμε. Οι μονάδες φυσικού αερίου Σε κάθε περίπτωση ένας από τους βασικούς πυλώνες ασφάλειας εφοδιασμού για το ηλεκτρικό σύστημα εντοπίζεται στις εννέα μονάδες φυσικού αερίου (τέσσερις της ΔΕΗ και πέντε των ανεξάρτητων παραγωγών). Όπως δείχνουν τα στοιχεία του διαχειριστή για το 2014, οι μονάδες αερίου καλύπτουν το 25% της ζήτησης. Μάλιστα οι μονάδες φυσικού αερίου συνδυασμένου κύκλου, παρουσίασαν πλέον αυξημένη ευελιξία με μεγάλο αριθμό εναύσεων/σβέσεων (περί τις 20 εναύσεις ανά μονάδα στο δίμηνο) και αξιόπιστη κάλυψη των διακυμάνσεων ζήτησης και παραγωγής ΑΠΕ. Το σύνολο των μονάδων φυσικού αερίου συνδυασμένου κύκλου παρήγαγε σε τακτική βάση, αποδεικνύοντας την αναγκαιότητα διατήρησής τους σε διαθεσιμότητα για την οικονομική κάλυψη των αναγκών του Συστήματος. Οι μονάδες φυσικού αερίου κάλυψαν σημαντικό τμήμα της ζήτησης (23%). Πιο συγκεκριμένα: - Από το σύνολο των 9 ανταγωνιστικών μονάδων φυσικού αερίου συνδυασμένου κύκλου, καθημερινά κλήθηκαν να λειτουργήσουν κατά μέσο όρο 5-6 μονάδες. - Σε σύνολο 59 ημερών και παρόλη την ηπιότητα των κλιματολογικών συνθηκών, παρουσιάστηκαν 10 ημέρες (17%) κατά τις οποίες λειτουργούσαν ταυτόχρονα και οι 6 μονάδες ΦΑ των ανεξάρτητων παραγωγών, προκειμένου να καλυφθεί η ζήτηση. - Επίσης το 9% των ημερών (5 ημέρες) για τη κάλυψη της ζήτησης απαιτήθηκε να λειτουργήσουν ταυτόχρονα οι 9 από τις 10 διαθέσιμες μονάδες φυσικού αερίου. |
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου