Σημαντική άνοδο παρουσίασε η καθαρή ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας τον Ιανουάριο του 2012.
Η αύξηση, έναντι του Ιανουαρίου του 2011, ήταν 3,58% και το σύνολό της προήλθε από τη ζήτηση στο δίκτυο χαμηλής και μέσης τάσης, δηλαδή από νοικοκυριά και επαγγελματικές χρήσεις.
Στην κατηγορία αυτή η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 5,31%. Αντίθετα, μεγάλη κάμψη παρουσίασε η ζήτηση στην υψηλή τάση, δηλαδή στις ενεργοβόρες βιομηχανίες και στις μεταλλουργίες, όπου καταγράφηκε μείωση 5,52%.
Η αυξημένη ζήτηση στη χαμηλή τάση είναι απόρροια της υπερβολικής χρήσης θερμαντικών σωμάτων από τμήμα των καταναλωτών που διαμένει κυρίως σε πολυκατοικίες στις οποίες η κεντρική θέρμανση δεν λειτουργεί επειδή οι ένοικοι δεν πληρώνουν το πετρέλαιο.
Η μείωση της ζήτησης στην υψηλή τάση σχετίζεται με την πτώση της παραγωγής σε τσιμεντοβιομηχανίες και χαλυβουργίες.
Ως γνωστόν, πολλές βιομηχανίες των παραπάνω κλάδων έχουν μειώσει σημαντικά την παραγωγή τους γιατί λόγω της κρίσης δεν την απορροφά η εσωτερική αγορά, ενώ οι εξαγωγές τους έχουν πληγεί από την επιβολή ειδικών φόρων στο ηλεκτρικό και στο φυσικό αέριο, με αποτέλεσμα τα προϊόντα τους να μην μπορούν να σταθούν στον διεθνή ανταγωνισμό.
Σε ό,τι αφορά την κάλυψη της ζήτησης, τον Ιανουάριο η λιγνιτική παραγωγή παρέμεινε σταθερή αντιπροσωπεύοντας το 54% της συνολικής ζήτησης, ενώ κατά 49% μειώθηκε η παραγωγή από υδροηλεκτρικούς σταθμούς, λόγω χαμηλής στάθμης του νερού στους ταμιευτήρες.
Αντίθετα, μεγάλη αύξηση κατά 30% σημείωσε η παραγωγή από φυσικό αέριο, η οποία κάλυψε το 31% της ζήτησης, και κατά 100% η παραγωγή από μονάδες ΑΠΕ, ως αποτέλεσμα την ένταξης πολλών νέων φωτοβολταϊκών (6,32% της ζήτησης).
Τέλος, στις καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας συνεχίστηκε η πτωτική τάση των τελευταίων μηνών. Με βάση τα στοιχεία του ισοζυγίου εισαγωγών- εξαγωγών, οι καθαρές εισαγωγές ήταν μειωμένες κατά 30,38% έναντι του Ιανουαρίου του 2011 και κάλυψαν μόλις το 3,41% της ζήτησης, όταν τα προηγούμενα χρόνια κυμαίνονταν στο 8% - 12%.
Η αύξηση, έναντι του Ιανουαρίου του 2011, ήταν 3,58% και το σύνολό της προήλθε από τη ζήτηση στο δίκτυο χαμηλής και μέσης τάσης, δηλαδή από νοικοκυριά και επαγγελματικές χρήσεις.
Στην κατηγορία αυτή η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 5,31%. Αντίθετα, μεγάλη κάμψη παρουσίασε η ζήτηση στην υψηλή τάση, δηλαδή στις ενεργοβόρες βιομηχανίες και στις μεταλλουργίες, όπου καταγράφηκε μείωση 5,52%.
Η αυξημένη ζήτηση στη χαμηλή τάση είναι απόρροια της υπερβολικής χρήσης θερμαντικών σωμάτων από τμήμα των καταναλωτών που διαμένει κυρίως σε πολυκατοικίες στις οποίες η κεντρική θέρμανση δεν λειτουργεί επειδή οι ένοικοι δεν πληρώνουν το πετρέλαιο.
Η μείωση της ζήτησης στην υψηλή τάση σχετίζεται με την πτώση της παραγωγής σε τσιμεντοβιομηχανίες και χαλυβουργίες.
Ως γνωστόν, πολλές βιομηχανίες των παραπάνω κλάδων έχουν μειώσει σημαντικά την παραγωγή τους γιατί λόγω της κρίσης δεν την απορροφά η εσωτερική αγορά, ενώ οι εξαγωγές τους έχουν πληγεί από την επιβολή ειδικών φόρων στο ηλεκτρικό και στο φυσικό αέριο, με αποτέλεσμα τα προϊόντα τους να μην μπορούν να σταθούν στον διεθνή ανταγωνισμό.
Σε ό,τι αφορά την κάλυψη της ζήτησης, τον Ιανουάριο η λιγνιτική παραγωγή παρέμεινε σταθερή αντιπροσωπεύοντας το 54% της συνολικής ζήτησης, ενώ κατά 49% μειώθηκε η παραγωγή από υδροηλεκτρικούς σταθμούς, λόγω χαμηλής στάθμης του νερού στους ταμιευτήρες.
Αντίθετα, μεγάλη αύξηση κατά 30% σημείωσε η παραγωγή από φυσικό αέριο, η οποία κάλυψε το 31% της ζήτησης, και κατά 100% η παραγωγή από μονάδες ΑΠΕ, ως αποτέλεσμα την ένταξης πολλών νέων φωτοβολταϊκών (6,32% της ζήτησης).
Τέλος, στις καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας συνεχίστηκε η πτωτική τάση των τελευταίων μηνών. Με βάση τα στοιχεία του ισοζυγίου εισαγωγών- εξαγωγών, οι καθαρές εισαγωγές ήταν μειωμένες κατά 30,38% έναντι του Ιανουαρίου του 2011 και κάλυψαν μόλις το 3,41% της ζήτησης, όταν τα προηγούμενα χρόνια κυμαίνονταν στο 8% - 12%.
ΠΗΓΗ: euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου