Νέα χαράτσια στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης» θα κληθούν να επωμιστούν εν μέσω κρίσης και γενικευμένης αρπαγής εισοδημάτων τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση αναζητά έσοδα επιπλέον 1 δισ. ευρώ με ορίζοντα το 2014 για να καλύψει τις επιδοτήσεις προς τους επενδυτές φωτοβολταϊκών και άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Ετσι θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες οι πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις
στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος από αυτές που έχουν ήδη
ανακοινωθεί στους καταναλωτές, με το βάρος να πέφτει στο ειδικό τέλος
ΑΠΕ για το οποίο οι εισηγήσεις είναι ακόμη και να υπερδιπλασιαστεί
φτάνοντας μεσοσταθμικά τα 20 ευρώ οι 1.000 κιλοβατώρες, όταν πριν από
δύο χρόνια δεν ξεπερνούσε τα 2 ευρώ!
«Θύμα» οι… καταναλωτές
Οι εναλλακτικές λύσεις που προτείνονται είναι να υπάρξει νέο κούρεμα στις τιμές και ακόμη και στα φωτοβολταϊκά στις στέγες. Ωστόσο το μεγάλο πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση και το «φιλοεπενδυτικό» προφίλ που καλλιεργεί δείχνουν ότι το κόστος θα φορτωθούν κατά κύριο λόγο οι καταναλωτές, όπως χρόνια τώρα συμβαίνει και με τις έμμεσες επιδοτήσεις 500-700 εκατ. ευρώ που πληρώνουν προς όφελος των συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (φυσικό αέριο, λιγντικές) μέσω των Αποδεικτικών Διαθεσιμότητας Ισχύος και του Μηχανισμού Μεταβλητού Κόστους.
Το πρόβλημα πηγάζει από την εκρηκτική ανάπτυξη που γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια οι επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά, με δέλεαρ το σύστημα υψηλών εγγυημένων τιμών. Με την πολιτική των επιδοτήσεων η Ελλάδα κατάφερε να μετατρέψει το συγκριτικό πλεονέκτημα της μοναδικής της ηλιοφάνειας σε μειονέκτημα, αφού κατέστησε την παραγωγή ενέργειας από τον δωρεάν ήλιο τόσο ακριβή ώστε να μην μπορεί να αντέξει το κόστος της.
Αρκεί να σημειωθεί ότι μέσα σε λίγα χρόνια η ΡΑΕ και το ΥΠΕΚΑ ενέκριναν άδειες παραγωγής για 7.265 MW φωτοβολταϊκών με υψηλές εγγυημένες τιμές, όταν ο στόχος της χώρας ήταν μόλις τα 2.500 ΜW μέχρι το τέλος του 2020.
Ετσι φτάσαμε σήμερα να έχουμε περισσότερη παραγωγή ακριβής φωτοβολταϊκής ενέργειας απ” όση στοχεύαμε για το 2014 (1.536 MW αντί 1.500 MW), ενώ σε δύο χρόνια θα έχουμε ήδη καλύψει τον στόχο του 2020 για 2.500 MW.
Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχουν τα λεφτά για να καλύψουν τις πληρωμές των παραγωγών και να απαιτούνται όλο και περισσότερα μέτρα σε βάρος των καταναλωτών, καθώς πλέον το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ, μέσω του οποίου αποζημιώνονται οι ιδιώτες, αυξάνεται ανεξέλεγκτα με ρυθμό 25 εκατ. ευρώ τον μήνα.
Πίεση για νέα μέτρα
Η «τρύπα» στο τέλος του 2012 ξεπέρασε τα 331 εκατ. ευρώ, φέτος αναμένεται να φτάσει τα 473 εκατ. ευρώ και στο τέλος του 2014 να υπερβεί τα 905 εκατ. ευρώ καθώς μέσα στην επόμενη διετία εκτιμάται ότι η εγκαταστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών συστημάτων θα αυξηθεί κατά 60%, από τα 1.536 MW σήμερα στα 2.464 MW στο τέλος του 2014.
Οι υπολογισμοί αυτοί έγιναν από τον Λειτουργό Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ), ο οποίος, για να μην καταρρεύσει οικονομικά, πιέζει το ΥΠΕΚΑ να πάρει νέα μέτρα πριν ακόμη καλά καλά στεγνώσει το μελάνι από τα προηγούμενα αφού, παρά τις μειώσεις των εγγυημένων τιμών, την αύξηση του Ειδικού Τέλους ΑΠΕ, την επιβολή τέλους λιγνίτη και την έκτακτη εισφορά στον τζίρο των παραγωγών, τα έσοδα κρίνονται ανεπαρκή μπροστά στη δυναμική αύξηση της ισχύος που προστίθεται συνεχώς στο σύστημα.
Η χρηματοδότηση των ΑΠΕ κόστισε 1,2 δισ. ευρώ το 2012
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΛΑΓΗΕ, το ποσό για φέτος θα αυξηθεί στα 1,7 δισ., ενώ το 2014 θα χρειαστούν συνολικά 1,9 δισ. ευρώ
Με εκρηκτικούς ρυθμούς αυξάνεται πλέον το κόστος χρηματοδότησης των ΑΠΕ από το σύστημα. Το 2012 απαιτήθηκαν 1,2 δισ. ευρώ για ισχύ 6.500 κιλοβατώρων που αντιστοιχούν σε λιγότερο από 7% της συνολικής παραγωγής στην Ελλάδα, ενώ φέτος, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΛΑΓΗΕ, το ποσό θα
αυξηθεί στα 1,7 δισ. ευρώ και το 2014 θα χρειαστούν συνολικά 1,9 δισ. ευρώ, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς θα προσεγγίσει τα 4.900 MW.
Στο παιχνίδι, εκτός από τους ιδιώτες, συμμετέχει και η ΔΕΗ, που έσπευσε πριν από λίγες μέρες να αναστήσει τον διαγωνισμό για το φωτοβολταϊκό πάρκο 50 MW στη Μεγαλόπολη επιδιώκοντας να υλοποιήσει την επένδυση με την «κλειδωμένη» εγγυημένη τιμή 390 ευρώ/μεγαβατώρα πριν αυτή αναπροσαρμοστεί στα 160 ευρώ/μεγαβατώρα και χάσει έτσι πάνω από 17 εκατ. ευρώ εσόδων.
Με βάση τα στοιχεία για το 2012:
* Η μεσοσταθμική τιμή για κάθε φωτοβολταϊκή μεγαβατώρα ήταν 428,8 ευρώ και συνολικά κόστισε στους καταναλωτές 606,8 εκατ. ευρώ. Για τα φωτοβολταϊκά στις στέγες, που η «ταρίφα» είναι ακόμη υψηλότερη, η μέση τιμή ήταν 549,9 ευρώ/μεγαβατώρα και το κόστος 153,5 εκατ. ευρώ.
* Για τα Αιολικά Πάρκα (σύνολο ισχύος 1.753 ΜW), η μέση τιμή ήταν 92,1 ευρώ/MWh με συνολικό κόστος 354,7 εκατ. ευρώ
* Για τους μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς η τιμή ήταν 88,9 ευρώ/μεγαβατώρα με κόστος 59,6 εκατ. ευρώ, για τις μονάδες συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης η τιμή της μεγαβατώρας ήταν 170,2 ευρώ (25,3 εκατ. ευρώ), ενώ για τις μονάδες βιοαερίου 104 ευρώ ή συνολικά 20,4 εκατ. ευρώ.
Εφημερίδα των Συντακτών
Βασίλης Γεώργας
«Θύμα» οι… καταναλωτές
Οι εναλλακτικές λύσεις που προτείνονται είναι να υπάρξει νέο κούρεμα στις τιμές και ακόμη και στα φωτοβολταϊκά στις στέγες. Ωστόσο το μεγάλο πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση και το «φιλοεπενδυτικό» προφίλ που καλλιεργεί δείχνουν ότι το κόστος θα φορτωθούν κατά κύριο λόγο οι καταναλωτές, όπως χρόνια τώρα συμβαίνει και με τις έμμεσες επιδοτήσεις 500-700 εκατ. ευρώ που πληρώνουν προς όφελος των συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (φυσικό αέριο, λιγντικές) μέσω των Αποδεικτικών Διαθεσιμότητας Ισχύος και του Μηχανισμού Μεταβλητού Κόστους.
Το πρόβλημα πηγάζει από την εκρηκτική ανάπτυξη που γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια οι επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά, με δέλεαρ το σύστημα υψηλών εγγυημένων τιμών. Με την πολιτική των επιδοτήσεων η Ελλάδα κατάφερε να μετατρέψει το συγκριτικό πλεονέκτημα της μοναδικής της ηλιοφάνειας σε μειονέκτημα, αφού κατέστησε την παραγωγή ενέργειας από τον δωρεάν ήλιο τόσο ακριβή ώστε να μην μπορεί να αντέξει το κόστος της.
Αρκεί να σημειωθεί ότι μέσα σε λίγα χρόνια η ΡΑΕ και το ΥΠΕΚΑ ενέκριναν άδειες παραγωγής για 7.265 MW φωτοβολταϊκών με υψηλές εγγυημένες τιμές, όταν ο στόχος της χώρας ήταν μόλις τα 2.500 ΜW μέχρι το τέλος του 2020.
Ετσι φτάσαμε σήμερα να έχουμε περισσότερη παραγωγή ακριβής φωτοβολταϊκής ενέργειας απ” όση στοχεύαμε για το 2014 (1.536 MW αντί 1.500 MW), ενώ σε δύο χρόνια θα έχουμε ήδη καλύψει τον στόχο του 2020 για 2.500 MW.
Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχουν τα λεφτά για να καλύψουν τις πληρωμές των παραγωγών και να απαιτούνται όλο και περισσότερα μέτρα σε βάρος των καταναλωτών, καθώς πλέον το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ, μέσω του οποίου αποζημιώνονται οι ιδιώτες, αυξάνεται ανεξέλεγκτα με ρυθμό 25 εκατ. ευρώ τον μήνα.
Πίεση για νέα μέτρα
Η «τρύπα» στο τέλος του 2012 ξεπέρασε τα 331 εκατ. ευρώ, φέτος αναμένεται να φτάσει τα 473 εκατ. ευρώ και στο τέλος του 2014 να υπερβεί τα 905 εκατ. ευρώ καθώς μέσα στην επόμενη διετία εκτιμάται ότι η εγκαταστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών συστημάτων θα αυξηθεί κατά 60%, από τα 1.536 MW σήμερα στα 2.464 MW στο τέλος του 2014.
Οι υπολογισμοί αυτοί έγιναν από τον Λειτουργό Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ), ο οποίος, για να μην καταρρεύσει οικονομικά, πιέζει το ΥΠΕΚΑ να πάρει νέα μέτρα πριν ακόμη καλά καλά στεγνώσει το μελάνι από τα προηγούμενα αφού, παρά τις μειώσεις των εγγυημένων τιμών, την αύξηση του Ειδικού Τέλους ΑΠΕ, την επιβολή τέλους λιγνίτη και την έκτακτη εισφορά στον τζίρο των παραγωγών, τα έσοδα κρίνονται ανεπαρκή μπροστά στη δυναμική αύξηση της ισχύος που προστίθεται συνεχώς στο σύστημα.
Η χρηματοδότηση των ΑΠΕ κόστισε 1,2 δισ. ευρώ το 2012
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΛΑΓΗΕ, το ποσό για φέτος θα αυξηθεί στα 1,7 δισ., ενώ το 2014 θα χρειαστούν συνολικά 1,9 δισ. ευρώ
Με εκρηκτικούς ρυθμούς αυξάνεται πλέον το κόστος χρηματοδότησης των ΑΠΕ από το σύστημα. Το 2012 απαιτήθηκαν 1,2 δισ. ευρώ για ισχύ 6.500 κιλοβατώρων που αντιστοιχούν σε λιγότερο από 7% της συνολικής παραγωγής στην Ελλάδα, ενώ φέτος, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΛΑΓΗΕ, το ποσό θα
αυξηθεί στα 1,7 δισ. ευρώ και το 2014 θα χρειαστούν συνολικά 1,9 δισ. ευρώ, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς θα προσεγγίσει τα 4.900 MW.
Στο παιχνίδι, εκτός από τους ιδιώτες, συμμετέχει και η ΔΕΗ, που έσπευσε πριν από λίγες μέρες να αναστήσει τον διαγωνισμό για το φωτοβολταϊκό πάρκο 50 MW στη Μεγαλόπολη επιδιώκοντας να υλοποιήσει την επένδυση με την «κλειδωμένη» εγγυημένη τιμή 390 ευρώ/μεγαβατώρα πριν αυτή αναπροσαρμοστεί στα 160 ευρώ/μεγαβατώρα και χάσει έτσι πάνω από 17 εκατ. ευρώ εσόδων.
Με βάση τα στοιχεία για το 2012:
* Η μεσοσταθμική τιμή για κάθε φωτοβολταϊκή μεγαβατώρα ήταν 428,8 ευρώ και συνολικά κόστισε στους καταναλωτές 606,8 εκατ. ευρώ. Για τα φωτοβολταϊκά στις στέγες, που η «ταρίφα» είναι ακόμη υψηλότερη, η μέση τιμή ήταν 549,9 ευρώ/μεγαβατώρα και το κόστος 153,5 εκατ. ευρώ.
* Για τα Αιολικά Πάρκα (σύνολο ισχύος 1.753 ΜW), η μέση τιμή ήταν 92,1 ευρώ/MWh με συνολικό κόστος 354,7 εκατ. ευρώ
* Για τους μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς η τιμή ήταν 88,9 ευρώ/μεγαβατώρα με κόστος 59,6 εκατ. ευρώ, για τις μονάδες συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης η τιμή της μεγαβατώρας ήταν 170,2 ευρώ (25,3 εκατ. ευρώ), ενώ για τις μονάδες βιοαερίου 104 ευρώ ή συνολικά 20,4 εκατ. ευρώ.
Εφημερίδα των Συντακτών
Βασίλης Γεώργας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου