Στην κατάρτιση τουλάχιστον τριών τιμολογίων για
βιομηχανικούς-εμπορικούς καταναλωτές μέσης τάσης θα πρέπει να προχωρήσει
η ΔΕΗ μέχρι το τέλος του χρόνου.
Ειδικότερα για μεγάλους καταναλωτές με ειδικά χαρακτηριστικά, θα πρέπει να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις μαζί τους, για τη διαμόρφωση εξειδικευμένου τιμολογίου.
Σχετική απόφαση εξέδωσε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, μετά από προσφυγή της Χαρτοποιίας Κολιόπουλου. Στο διατακτικό της απόφασης, η ΡΑΕ θέτει ερωτήματα για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ, ενώ αποδέχεται ότι η εταιρεία χειραγωγεί τις τιμές χονδρικής.
Για την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας σε ηλεκτροβόρες βιομηχανίες, η ΡΑΕ έχει γνωμοδοτήσει επανειλημμένα υπέρ της διαπραγμάτευσης με βάση συγκεκριμένους όρους ορθής τιμολόγησης, προκειμένου οι βιομηχανίες να χρεώνονται με βάση τα ειδικά χαρακτηριστικά της κάθε μίας (καμπύλη φορτίου κ.λπ.).
Ήδη δε έχει εκδώσει αποφάσεις για προσωρινή τιμή σε Αλουμίνιο και ΛΑΡΚΟ, που είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές στη χώρα.
Ειδικότερα, η χαρτοβιομηχανία με τρεις παραγωγικές μονάδες και 204 άτομα προσωπικό, ζήτησε την παρέμβαση της ΡΑΕ, καθώς από τον περασμένο Φεβρουάριο η ΔΕΗ προχώρησε στην εφαρμογή ενός νέου τιμολογίου για τους καταναλωτές μέσης τάσης, το οποίο επιβάρυνε το ενεργειακό της κόστος κατά 25%, μηδενίζοντας τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα στη διεθνή αγορά.
Η εταιρεία προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση, μείωσε κατακόρυφα την παραγωγή της και τις ώρες λειτουργίας των μονάδων. Ωστόσο οι λογαριασμοί ηλεκτρικού συνέχισαν να αυξάνουν, καθώς ο τύπος τιμολογίου που επέβαλε η ΔΕΗ, αύξανε υπέρμετρα τις χρεώσεις ισχύος.
Όπως αναφέρει στην προσφυγή της, “το πρόβλημα του ενεργειακού κόστους της Εταιρείας έγινε κεντρικής σημασίας παράγοντας για την εμπορική της πορεία και βιωσιμότητα, ιδιαίτερα λόγω των αυξήσεων των τιμολογίων της ΔΕΗ από το 2007 και εφεξής, ενώ από τον περασμένο Φεβρουάριο αναδείχθηκε σε πραγματικό ζήτημα επιβίωσής της, καθώς οι πολύ μεγάλες αυξήσεις που σημειώθηκαν σε σειρά χρεώσεων οδήγησαν σε δυσβάσταχτη εκτίναξη του ενεργειακού της κόστους”.
Ειδικότερα, η χαρτοβιομηχανία εγκαλεί τη ΔΕΗ επειδή παραβίασε τις υποχρεώσεις της για σύναψη εξατομικευμένων συμβάσεων με μεγάλους καταναλωτές, επιβάλλοντας ενιαίες χρεώσεις αδιακρίτως για όλους τους καταναλωτές ανά επιμέρους κατηγορία τιμολογίων, χωρίς να λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τις έντονες αποκλίσεις των ενεργειακών τους προφίλ.
Επιπλέον, επειδή ποτέ δεν απέστειλε στοιχεία για τη δομή των νέων τιμολογίων, τις αυξημένες χρεώσεις που επέβαλε και τις αρχές που εφάρμοσε για τον υπολογισμό αυτών των χρεώσεων, ενώ ουδέποτε επεχείρησε να διαπραγματευτεί μαζί της τους όρους και τις χρεώσεις των νέων της τιμολογίων, αν και το ενεργειακό προφίλ της εταιρείας πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για την ad hoc διαμόρφωση εξατομικευμένης και μάλιστα εκπτωτικής τιμολόγησης.
H άποψη της ΔΕΗ
Οι θέσεις της ΔΕΗ στις αιτιάσεις της Κολιόπουλος ήταν ότι στη μέση τάση ανήκουν 9.000 καταναλωτές και δεν είναι δυνατόν να διαπραγματεύεται με τον κάθε ένα ξεχωριστά, ότι η διαμόρφωση τιμολογίου με χαμηλότερες χρεώσεις θα μπορούσε να εκληφθεί ως κρατική ενίσχυση, και ότι εν τέλει η χαρτοβιομηχανία θα μπορούσε να απευθυνθεί σε άλλον προμηθευτή, καθώς η αγορά έχει απελευθερωθεί.
Η θέση της ΡΑΕ
Στα σημεία αυτά η απόφαση της ΡΑΕ αντιτείνει ότι η εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως πλήρως απελευθερωμένη και ανταγωνιστική. Η ΔΕΗ εκτός από δεσπόζουσα θέση, με άνω του 65% συμμετοχή στην παραγωγή, κατέχει και την αποκλειστικότητα στην πρόσβαση φθηνής ενέργειας, δηλαδή στις λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες, όταν όλοι οι ανταγωνιστές της λειτουργούν νέες, αναπόσβεστες μονάδες φυσικού αερίου, και καλούνται να αντιμετωπίσουν αποσβεσμένες, λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες, όσο και φυσικού αερίου.
Επίσης, η ΡΑΕ αποδέχεται ότι η ΔΕΗ προκειμένου να καταρτίσει τον τιμοκατάλογο μέσης τάσης, δεν έλαβε υπ΄όψιν τη διαφοροποίηση του καταναλωτικού προφίλ των πελατών της και έτσι προσέφερε ένα ενιαίο τιμολόγιο για όλους τους πελάτες μέσης τάσης, με εξαίρεση τους αγροτικούς καταναλωτές.
Καταληκτικά δε επισημαίνει ότι το γεγονός ότι η ΔΕΗ καθορίζει τιμολόγιο με βάση τις τιμές που διαμορφώνονται στη χονδρεμπορική αγορά, τις οποίες ωστόσο ελέγχει σε μεγάλο ποσοστό λόγω της δεσπόζουσας θέσης που έχει στην παραγωγή, εγείρει «σημαντικά ερωτήματα ως προς την πρόθεσή της να καταχραστεί τη δύναμη της αγοράς που κατέχει».
Επίσης το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας που έχει αποκλειστική και προνομιακή πρόσβαση σε φθηνή ηλεκτροπαραγωγή από εγχώριους λιγνιτικούς και υδροηλεκτρικούς πόρους., την καθιστά δυνητικά το μοναδικό προμηθευτή στην Ελλάδα για την τροφοδότηση ηλεκτρικής ενέργειας βιομηχανιών με τα ηλεκτρικά χαρακτηριστικά της αιτούσας με φθηνή τιμή και της προσδίδει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων προμηθευτών που έχουν πρόσβαση μόνο σε εγχώριες πηγές ενέργειας μέσω της ημερήσιας αγοράς.
Επομένως, καταλήγει η απόφαση της ΡΑΕ, τα εφαρμοζόμενα τιμολόγια της ΔΕΗ στη συγκεκριμένη περίπτωση «δεν διαμορφώθηκαν κατόπιν ελεύθερης διαπραγμάτευσης, αλλά βάσει τιμολογίου που προτείνει και εφαρμόζει μόνη της η ΔΕΗ, ως εν τοις πράγμασι (de facto) μονοπωλιακός πωλητής ηλεκτρικής ενέργειας».
του Μιχάλη Καϊταντζίδη
(euro2day.gr)
Ειδικότερα για μεγάλους καταναλωτές με ειδικά χαρακτηριστικά, θα πρέπει να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις μαζί τους, για τη διαμόρφωση εξειδικευμένου τιμολογίου.
Σχετική απόφαση εξέδωσε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, μετά από προσφυγή της Χαρτοποιίας Κολιόπουλου. Στο διατακτικό της απόφασης, η ΡΑΕ θέτει ερωτήματα για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ, ενώ αποδέχεται ότι η εταιρεία χειραγωγεί τις τιμές χονδρικής.
Για την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας σε ηλεκτροβόρες βιομηχανίες, η ΡΑΕ έχει γνωμοδοτήσει επανειλημμένα υπέρ της διαπραγμάτευσης με βάση συγκεκριμένους όρους ορθής τιμολόγησης, προκειμένου οι βιομηχανίες να χρεώνονται με βάση τα ειδικά χαρακτηριστικά της κάθε μίας (καμπύλη φορτίου κ.λπ.).
Ήδη δε έχει εκδώσει αποφάσεις για προσωρινή τιμή σε Αλουμίνιο και ΛΑΡΚΟ, που είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές στη χώρα.
Ειδικότερα, η χαρτοβιομηχανία με τρεις παραγωγικές μονάδες και 204 άτομα προσωπικό, ζήτησε την παρέμβαση της ΡΑΕ, καθώς από τον περασμένο Φεβρουάριο η ΔΕΗ προχώρησε στην εφαρμογή ενός νέου τιμολογίου για τους καταναλωτές μέσης τάσης, το οποίο επιβάρυνε το ενεργειακό της κόστος κατά 25%, μηδενίζοντας τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα στη διεθνή αγορά.
Η εταιρεία προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση, μείωσε κατακόρυφα την παραγωγή της και τις ώρες λειτουργίας των μονάδων. Ωστόσο οι λογαριασμοί ηλεκτρικού συνέχισαν να αυξάνουν, καθώς ο τύπος τιμολογίου που επέβαλε η ΔΕΗ, αύξανε υπέρμετρα τις χρεώσεις ισχύος.
Όπως αναφέρει στην προσφυγή της, “το πρόβλημα του ενεργειακού κόστους της Εταιρείας έγινε κεντρικής σημασίας παράγοντας για την εμπορική της πορεία και βιωσιμότητα, ιδιαίτερα λόγω των αυξήσεων των τιμολογίων της ΔΕΗ από το 2007 και εφεξής, ενώ από τον περασμένο Φεβρουάριο αναδείχθηκε σε πραγματικό ζήτημα επιβίωσής της, καθώς οι πολύ μεγάλες αυξήσεις που σημειώθηκαν σε σειρά χρεώσεων οδήγησαν σε δυσβάσταχτη εκτίναξη του ενεργειακού της κόστους”.
Ειδικότερα, η χαρτοβιομηχανία εγκαλεί τη ΔΕΗ επειδή παραβίασε τις υποχρεώσεις της για σύναψη εξατομικευμένων συμβάσεων με μεγάλους καταναλωτές, επιβάλλοντας ενιαίες χρεώσεις αδιακρίτως για όλους τους καταναλωτές ανά επιμέρους κατηγορία τιμολογίων, χωρίς να λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τις έντονες αποκλίσεις των ενεργειακών τους προφίλ.
Επιπλέον, επειδή ποτέ δεν απέστειλε στοιχεία για τη δομή των νέων τιμολογίων, τις αυξημένες χρεώσεις που επέβαλε και τις αρχές που εφάρμοσε για τον υπολογισμό αυτών των χρεώσεων, ενώ ουδέποτε επεχείρησε να διαπραγματευτεί μαζί της τους όρους και τις χρεώσεις των νέων της τιμολογίων, αν και το ενεργειακό προφίλ της εταιρείας πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για την ad hoc διαμόρφωση εξατομικευμένης και μάλιστα εκπτωτικής τιμολόγησης.
H άποψη της ΔΕΗ
Οι θέσεις της ΔΕΗ στις αιτιάσεις της Κολιόπουλος ήταν ότι στη μέση τάση ανήκουν 9.000 καταναλωτές και δεν είναι δυνατόν να διαπραγματεύεται με τον κάθε ένα ξεχωριστά, ότι η διαμόρφωση τιμολογίου με χαμηλότερες χρεώσεις θα μπορούσε να εκληφθεί ως κρατική ενίσχυση, και ότι εν τέλει η χαρτοβιομηχανία θα μπορούσε να απευθυνθεί σε άλλον προμηθευτή, καθώς η αγορά έχει απελευθερωθεί.
Η θέση της ΡΑΕ
Στα σημεία αυτά η απόφαση της ΡΑΕ αντιτείνει ότι η εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως πλήρως απελευθερωμένη και ανταγωνιστική. Η ΔΕΗ εκτός από δεσπόζουσα θέση, με άνω του 65% συμμετοχή στην παραγωγή, κατέχει και την αποκλειστικότητα στην πρόσβαση φθηνής ενέργειας, δηλαδή στις λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες, όταν όλοι οι ανταγωνιστές της λειτουργούν νέες, αναπόσβεστες μονάδες φυσικού αερίου, και καλούνται να αντιμετωπίσουν αποσβεσμένες, λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες, όσο και φυσικού αερίου.
Επίσης, η ΡΑΕ αποδέχεται ότι η ΔΕΗ προκειμένου να καταρτίσει τον τιμοκατάλογο μέσης τάσης, δεν έλαβε υπ΄όψιν τη διαφοροποίηση του καταναλωτικού προφίλ των πελατών της και έτσι προσέφερε ένα ενιαίο τιμολόγιο για όλους τους πελάτες μέσης τάσης, με εξαίρεση τους αγροτικούς καταναλωτές.
Καταληκτικά δε επισημαίνει ότι το γεγονός ότι η ΔΕΗ καθορίζει τιμολόγιο με βάση τις τιμές που διαμορφώνονται στη χονδρεμπορική αγορά, τις οποίες ωστόσο ελέγχει σε μεγάλο ποσοστό λόγω της δεσπόζουσας θέσης που έχει στην παραγωγή, εγείρει «σημαντικά ερωτήματα ως προς την πρόθεσή της να καταχραστεί τη δύναμη της αγοράς που κατέχει».
Επίσης το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας που έχει αποκλειστική και προνομιακή πρόσβαση σε φθηνή ηλεκτροπαραγωγή από εγχώριους λιγνιτικούς και υδροηλεκτρικούς πόρους., την καθιστά δυνητικά το μοναδικό προμηθευτή στην Ελλάδα για την τροφοδότηση ηλεκτρικής ενέργειας βιομηχανιών με τα ηλεκτρικά χαρακτηριστικά της αιτούσας με φθηνή τιμή και της προσδίδει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων προμηθευτών που έχουν πρόσβαση μόνο σε εγχώριες πηγές ενέργειας μέσω της ημερήσιας αγοράς.
Επομένως, καταλήγει η απόφαση της ΡΑΕ, τα εφαρμοζόμενα τιμολόγια της ΔΕΗ στη συγκεκριμένη περίπτωση «δεν διαμορφώθηκαν κατόπιν ελεύθερης διαπραγμάτευσης, αλλά βάσει τιμολογίου που προτείνει και εφαρμόζει μόνη της η ΔΕΗ, ως εν τοις πράγμασι (de facto) μονοπωλιακός πωλητής ηλεκτρικής ενέργειας».
του Μιχάλη Καϊταντζίδη
(euro2day.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου