Συνεχίζεται από την Τετάρτη και εισέρχεται στην τελική ευθεία, η δίκη για την υπόθεση των δομημένων ομολόγων, η οποία είχε προκαλέσει σημαντική πολιτική αναταραχή κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της ΝΔ (2004-2009), έπειτα από τις σχετικές αποκαλύψεις του «Βήματος».


Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών συνεχίστηκαν οι καταθέσεις μαρτύρων και σήμερα  διαδικασία βρίσκεται στο στάδιο της απολογίας των κατηγορουμένων.  


Από τις καταθέσεις των επόμενων ημερών, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται εκείνη του κ. Χάρη Αδαμόπουλου, ο οποίος ήταν επικεφαλής της JPMorgan στην Ελλάδα κατά την επίμαχη περίοδο, οπότε και έγινε γνωστή η υπόθεση ως «το δομημένο της JPMorgan».


H απολογία του κ. Αδαμόπουλου, έχει κομβικό χαρακτήρα, καθώς ο ίδιος πρωταγωνίστησε στις εξελίξεις, ήταν ο συνομιλητής των τότε κυβερνητικών στελεχών, διατηρούσε στενές σχέσεις με υπουργούς και τον πρώην γενικό γραμματέα του υπουργείου Οικονομίας, κ. Γ. Κουρή ενώ η εταιρία του ήταν προνομιακός πελάτης του ελληνικού κράτους για τέτοιου είδους προϊόντα.


Αξιοσημείωτη συγκυρία για την υπόθεση είναι ότι λίγες ημέρες ...μετά την υποβάθμιση της JPMorgan από τη Moody's, ο τότε επικεφαλής της επενδυτικής τράπεζας στην Ελλάδα και την Ιβηρική, θα κληθεί να εξηγήσει τις επιλογές της τράπεζας, που από πολλούς ελέγχονται.


Στα μέσα του 2010, ο κ. Αδαμόπουλος σε συνέντευξή του είχε εμφανιστεί «ενθουσιώδης» για τις σημαντικές ευκαιρίες για επενδύσεις στην Ελλάδα. Θεωρούσε, τότε, ως επαρκή την κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών με σημαντικές δυνατότητες για δουλειές από πλευράς της JPM, που ήταν προνομιακός πελάτης για όλα τα πιστωτικά ιδρύματα.  


Το μόνο που προδίκαζε το μέλλον στα λεγόμενά του, ήταν ότι εξέφραζε την επιφύλαξή του για κάποιες από τις τράπεζες που διακρατούσαν σημαντικό αριθμό κρατικών ομολόγων.

Ωστόσο ο ίδιος, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη, δεν προέβλεπε αναδιάρθρωση χρέους πριν από το 2013, αλλά αντίθετα τόνιζε ότι ο χρηματοοικονομικός τομέας στην Ελλάδα δίνει ευκαιρίες κερδών που «δικαιολογούσαν την δέσμευση πόρων στην Ελληνική Αγορά». Άλλωστε, όπως υπογράμμιζε, η JP Morgan ήταν ο μεγαλύτερος οργανισμός του κλάδου στην Ελλάδα, όπου και έβλεπε σημαντικές ευκαιρίες και πιθανά κέρδη.

Ο κ. Αδαμόπουλος με σπουδές και επαγγελματική πορεία στις ΗΠΑ, έπαιξε σημαντικό ρόλο στις διαδικασίες αποκρατικοποιήσεων της περιόδου '90-'93, ενώ  αναμείχθηκε και στις πρώτες άδειες κινητής τηλεφωνίας στη χώρα.

Είναι πρώτος εξάδελφος του επίσης κατηγορουμένου πρώην γενικού διευθυντή της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κ. Π. Αδαμόπουλου  και εμφανίζεται ως ο πρώτος χειριστής του ομολόγου της JP Morgan.


Υπό το πρίσμα αυτό, στην υπερασπιστική γραμμή των κατηγορουμένων κυριαρχεί το επιχείρημα που σχετίζεται με την βιωσιμότητα των Ασφαλιστικών Ταμείων (χρήματα των οποίων είχαν «παιχτεί» στα δομημένα ομόλογα), και οι συνήγοροί της υποστηρίζουν ότι αν τα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα είχαν παραμείνει στα χαρτοφυλάκια τους, η σημερινή κατάσταση βιωσιμότητας θα ήταν καλύτερη.

Μεταξύ των άλλων, στην επιχειρηματολογία αυτή υποστηρίζεται από τους κατηγορουμένους ότι «τα ασφαλιστικά ταμεία δεν έχαναν ούτε ένα ευρώ, όχι μονό γιατί ξαναγοράσθηκε το ομόλογο αλλά και αν το κρατούσαν θα είχε καλύτερη απόδοση από αλλά κυμαινόμενα. Εάν τα διακρατούσαν δεν θα είχαν κουρευτεί με το PSI και θα αποτελούσαν σημαντικό asset για τα Ταμεία όπως έχει καταδειχτεί σε άλλες περιπτώσεις ομολόγων που δεν υπήχθησαν στο PSI».



Η δίκη παρουσιάζει και γενικότερο ενδιαφέρον καθώς οι κατηγορίες βασίζονται στην υπόθεση ότι η αξία του ομόλογου είναι χαμηλότερη από την τιμή έκδοσης, δηλαδή την τιμή που το ίδιο το κράτος όρισε ως τιμή έκδοσης και τιμή διάθεσης προς το επενδυτικό κοινό.

Η υπεράσπιση επιμένει ότι στα διεθνή χρονικά δεν έχει συμβεί κάτι αντίστοιχο, δηλαδή δεν έχει κατηγορηθεί επενδυτής για την αγορά κρατικού ομολόγου στην τιμή έκδοσης. Με άλλα λόγια στο παρελθόν δεν έχουν αποδοθεί κατηγορίες στους επενδυτές που αγόρασαν στην τιμή έκδοσης, ιδίως μάλιστα όταν τα περιθώρια κέρδους των μεσολαβητών ήταν μέσα στα πλαίσια της αγοράς.


Υπό αυτήν την έννοια, ένα από τα στοιχεία που αναμένεται με ενδιαφέρον από την πορεία και την έκβαση της δίκης είναι το αν και κατά πόσον θα προκύψουν από τις μαρτυρίες και τις απολογίες, περαιτέρω στοιχεία που ενδεχομένως θα αναδεικνύουν τον ρόλο πολιτικών και άλλων προσώπων στις αποφάσεις που ελήφθησαν κατά την επίμαχη περίοδο.


Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες από την πλευρά της υπεράσπισης των κατηγορουμένων, η κατηγορία ότι η τιμή ενός κρατικού ομολόγου που εκδόθηκε στο 100% ήταν στην πραγματικότητα μόνο 85%, είναι αυθαίρετος και ατεκμηρίωτος. Αυτό, όπως επισημαίνουν, επιβεβαιώνεται από καταθέσεις βασικών μαρτύρων κατηγορίας, οι οποίοι κατηγορηματικά δήλωσαν ότι η τιμή ήταν στο 100% της έκδοσης.

Σύμφωνα με την ίδια επιχειρηματολογία των συνηγόρων υπεράσπισης η Financial Services  Authority, δηλαδή, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς της Βρετανίας  έκρινε αβάσιμο αυτό τον ισχυρισμό (δηλ. ότι η τιμή ενός κρατικού ομολόγου που εκδόθηκε στο 100% ήταν στην πραγματικότητα μόνο 85%).
Π ρώτος εξάδελφος του κατηγορουμένου πρώην γενικού διευθυντή της Επιτροπής Ανταγωνισμού Παναγιώτη Αδαμόπουλου και συνομιλητής πολλών υπουργών σε θέματα αποκρατικοποιήσεων είναι ο κ. Χάρης Αδαμόπουλος , από την Καλαμάτα, που εμφανίζεται ως ο πρώτος χειριστής του κρυφού ομολόγου των 280 εκατομμυρίων ευρώ.
Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 ο κ. Αδαμόπουλος γνώρισε σε πολιτικό γραφείο συγγενούς του τον ελληνοαμερικανό επιχειρηματία Τομ Πάπας, ο οποίος τον βοήθησε στις σπουδές του και στα πρώτα επαγγελματικά του βήματα στην Αμερική. Απέκτησε μάστερ στη διοίκηση επιχειρήσεων, με ειδίκευση στη διεθνή οικονομία, στο πανεπιστήμιο Georgetown στην Ουάσιγκτον, ενώ ήταν υπεύθυνος των εκδόσεων του περιώνυμου «Γκρουπ των 30», το οποίο ιδρύθηκε το 1978 στη Νέα Υόρκη. Ο κ. Αδαμόπουλος ήταν για πολλά χρόνια γενικός διευθυντής στην τράπεζα Credit Suisse First Βoston, υπεύθυνος για τις επενδύσεις στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία. Είναι μόνιμος κάτοικος Λονδίνου και τα ταξίδια του στην Ελλάδα είναι συχνά αλλά μόνο για επαγγελματικούς λόγους.

Την περίοδο 1992-1993 ο κ. Αδαμόπουλος είχε συνεχείς συναντήσεις με τον τότε υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Στέφανο Μάνο στην- αποτυχημένη τελικώς- προσπάθεια ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ. Παράλληλα ήταν η αιχμή του δόρατος σε όλες της ενέργειες της CSFΒ για αποκρατικοποιήσεις στον ελληνικό χώρο. Από τον Σεπτέμβριο του 2002 ανέλαβε γενικός διευθυντής για θέματα Ιβηρικής Χερσονήσου αλλά και Ελλάδος στην τράπεζα JΡ Μorgan. Ηταν ακόμη σύμβουλος της Εμπορικής Τράπεζας για την πώληση μεριδίου 17,20% στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, αλλά και για κάποιες συγκεκριμένες επιλογές της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου ΑΕ. Είχε επαφές με κορυφαία κυβερνητικά στελέχη και ήταν χειριστής πολλών ομολόγων που εξέδιδε το ελληνικό Δημόσιο.